(Το άρθρο είναι βασισμένο σε σχετική ομιλία που εκφωνήθηκε από τον Κωνσταντίνο Μπουσδέκη στις 13 Νοεμβρίου 2016 στον Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, στα πλαίσια του προγράμματος «Ενορία εν δράσει»)
Εισαγωγή
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αγιορείτικη ψαλτική παράδοση είναι άγνωστη στον περισσότερο κόσμο, πολλές φορές ακόμα και στους ίδιους τους ιεροψάλτες. Μια παράδοση αιώνων, αδιάκοπη, παράλληλη, και σε πολλά σημεία πολύ κοντινή ή και όμοια με την ψαλτική παράδοση της Κωνσταντινουπόλεως, του κέντρου και σημείου αναφοράς της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής.
Όπως μαθαίνουμε από τα ιστορικά συγγράμματα οι αγιορείτες μοναχοί ήταν αυτοί που σε καιρούς δύσκολους έσωσαν τη μουσική μας ψάλλοντας, διδάσκοντας, μελοποιώντας αλλά και αντιγράφοντας σε εκατοντάδες κώδικες τα παλαιά Μαθήματα, βοηθώντας έτσι στη διάδοση αλλά και στη συνέχιση της ύπαρξής της. Είναι επίσης γνωστό ότι σε περιόδους παρακμής το Άγιον Όρος τροφοδότησε με δασκάλους ψαλτικής ακόμα και την Κωνσταντινούπολη.
Όλους αυτούς τους αιώνες η εκκλησιαστική μουσική δεν παρέμεινε ίδια και φυσικά δεν μπορούμε να ξέρουμε πως ακριβώς έψαλλαν παλαιότερα οι ψάλτες, αφού τότε δεν υπήρχαν μέσα καταγραφής και αποτύπωσης των φωνών. Από τις ιστορικές πηγές όμως μπορούμε με αρκετά μεγάλη σιγουριά να συμπεράνουμε ότι η μετάδοση της τέχνης αυτής γινόταν από στόμα σε στόμα, από τον παλαιότερο στον νεότερο, από τον δάσκαλο στον μαθητή.
Αν και στα βασικά της στοιχεία η ψαλτική ήταν δύσκολο να αλλάξει, κάτι που σίγουρα υπέστη μεταβολές ανά τους αιώνες ήταν το λεγόμενο «ύφος», δηλαδή ο τρόπος της ψαλμωδίας, η ψαλτική έκφραση. Το ύφος κατά καιρούς πήρε και έπαιρνε διάφορες μορφές με βάση τεχνικά χαρακτηριστικά της μουσικής και της γλώσσας αλλά και βάσει στοιχείων του τυπικού, της «τάξης», των άγραφων παραδόσεων, του ρεπερτορίου κ. α.
Το αγιορείτικο ύφος
Συχνά γίνεται λόγος για την αγιορείτικη ψαλμωδία και το αγιορείτικο ύφος. Έτσι συνήθως χαρακτηρίζουμε μια ψαλμωδία από μοναχούς του Αγίου Όρους, άσχετα με το πως αυτοί ψάλλουν. Αυτό μάλλον δεν ισχύει, καθότι το παραδεδομένο αγιορείτικο ύφος (τον 20ό αιώνα) έχει δύο υπο-Σχολές, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και συγκεκριμένους εκπροσώπους η καθεμιά. Η μία είναι η Σχολή των Καρυών, της πρωτεύουσας του Αγίου Όρους, με το περίφημο «καρεώτικο ύφος» και η δεύτερη είναι αυτή της Νότιας πλευράς του Αγίου Όρους, με το λεγόμενο ύφος της «ερήμου». Οι υπόλοιπες «Σχολές» που προέκυψαν τα νεότερα χρόνια είναι ξένες προς τα υφολογικά στοιχεία των δύο αυτών ισχυρών -και εν πολλοίς παρόμοιων- μουσικών παραδόσεων και αποτελούν ένα νέο ύφος.
Ύφος «της ερήμου» είναι εκείνο που διαμορφώθηκε και καθιερώθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και έκτοτε επικράτησε σε μεγάλο μέρος του Αγίου Όρους, με σημαντικότερους εκφραστές τις ιερές αδελφότητες των Δανιηλαίων και των Θωμάδων, στα Κατουνάκια και τη Σκήτη της Αγίας Άννης. Δεν θα επικεντρωθούμε σε πολλές τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με το ύφος και τα χαρακτηριστικά του. Κυρίως θα αναφέρουμε ιστορικά και βιογραφικά στοιχεία σχετικά με την αδελφότητα των Δανιηλαίων.
Ιερά Αδελφότητα Δανιηλαίων
Την αδελφότητα των Δανιηλαίων ίδρυσε ο παππούς -όπως οι ίδιοι οι πατέρες τον αποκαλούν- ο παππούς Δανιήλ[1] ο Σμυρναίος, το έτος 1881, έπειτα από δεκαετή περίπου εγκαταβίωση στη ιερά μονή του Αγίου Παντελεήμονος, που τότε ήταν ακόμα ελληνική και εξαετή εγκαταβίωση στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου.
Γράφει σε σχετική επιστολή του ο π. Νήφων, ιερομόναχος της αδελφότητος:
«Ὁ ἀσίγαστος πόθος διὰ τὴν ἐρημικὴν ζωὴν καὶ τελειωτάτην ἡσυχίαν, πρὸς καλλιέργειαν τῆς ἀσιγάστου νοερᾶς προσευχῆς καὶ φιλοκαλικῆς ἐργασίας, τὸν ὁδήγησε -θεοκινήτως- στὴν ἀπαραμύθητη ἔρημο τῶν Κατουνακίων. Ἐκεῖ, σύντομα προσήλκυσε ἡ ἀρετή του τοὺς πρώτους ὑποτακτικούς του, καὶ ἡ στενότητα τοῦ μικροῦ κελιοῦ τους, τοὺς ἐξανάγκασε νὰ ἐπεκταθοῦν πρὸς τὴ δημιουργία νέων κελιῶν καὶ ἰδίως πρὸς τὴ θεμελίωση ἱεροῦ ναοῦ πρὸς τιμὴν τῶν Ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων, τῶν προστατῶν καὶ ἐφόρων τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας, ὁ ὁποῖος καὶ ἐγκαινιάστηκε τὴν πρώτη Ἰανουαρίου τοῦ 1906. Ἔκτοτε, ὁ πάντα ποιῶν μόνῳ τῷ βούλεσθαι κραταιὸς Θεός, διὰ πρεσβειῶν τῆς Κυρίας Θεοτόκου καὶ τῶν ἀΰλων νοῶν Ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων, διακρατοῦν ἄσβεστο τὸν λύχνο τῆς μοναχικῆς παραδόσεως, σ’ ἕναν τόπο καὶ χῶρο ποὺ ἀναβλύζει εὐλογίες καὶ ἀναπηγάζει πνευματικὲς εὐεργεσίες. Μία ἀπὸ αὐτὲς τίς εὐλογίες εἶναι καὶ ἡ παράδοση τῆς ἀξιοποίησης τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς διαδοχικὰ ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεά».
Πολύ γλαφυρή είναι και η περιγραφή του προηγούμενου Γέροντος της αδελφότητος, Γρηγορίου ιερομονάχου[2]. Σάς μεταφέρω αυτούσια τα λόγια του, όπως ακριβώς μου τα είπε, τον Αύγουστο του 2016.
«Ἐδῶ, εἶναι τὸ ἡσυχαστήριο τῶν Δανιηλαίων, τὸ ὁποῖον ἔχτισε ὁ ἀείμνηστος πάππος μας, Δανιὴλ ὁ Σμυρναῖος. Ἐπεδίωξε καὶ ἔβαλε καλὲς ἀρχὲς καθὼς ἦρθε ἐδῶ. Καὶ τὸ ἔκανε. Σὺν τοῖς ἄλλοις ἔβαλε καὶ τὴ μουσική, οἱ πατέρες ἐδῶ νὰ ψάλλουνε. Στὴν ἀρχή, ἦταν ἕνας Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος ἦταν μουσικομανὴς μέν, ἀλλὰ δὲν ἦταν καλλίφωνος. Μετὰ ὅμως, τὸ 1899 ἦρθε ἕνας Δανιήλ, δεύτερος, ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ καλλίφωνος καὶ πολὺ μουσικός. Αὐτὸς ἦταν στὴν ἀρχὴ στὸ Κάϊρο ψάλτης. Ἀπὸ κεῖ ἔφυγε ὕστερα νὰ γίνει μοναχὸς κι ἦρθε ἐδῶ στὸ Γέροντα. Μαζὶ μὲ τὸν Ἀθανάσιο αὐτός, ἔκαναν τὴ μουσική. Τὴν ἀνέπτυξαν. Αὐτὸς ὁ Δανιὴλ τόσο καλλίφωνος ἦταν ποὺ ἐπὶ πενῆντα χρόνια τον καλοῦσαν κι ἔψαλλε στὰ πανηγύρια. Ἐν τῷ μεταξὺ σὲ λίγο διάστημα τοῦ ἦρθε καὶ ὁ ξάδερφός του, ἕνας Γερόντιος, ὁ ὁποῖος κι αὐτὸς ἤτανε καλλίφωνος, βαρύτονος καὶ ψάλλανε μαζὶ στὰ πανηγύρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἦταν πάρα πολὺ καλὴ περίοδος. Μετὰ τὸ ΄50 ἤρθαμε ἐμεῖς. Μετά, εἴχαμε ζῆλο πολὺ καὶ καλλίφωνοι κιόλα ὅλοι, κάναμε μιὰ χορωδία. Τὸ ΄50 κοιμήθηκε ὁ Δανιήλ, ὁ καλλίφωνος αὐτός. Ἔμεινε ὁ Γερόντιος χοράρχης, διεύθυνε τὴ χορωδία καὶ συνεχίσαμε νὰ πηγαίνουμε πάλι, νὰ ψάλλουμε σ’ ὅλα τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Αὐτὴ ἡ ἱστορία βάστηξε ἑξῆντα χρόνια. Ἦταν τότε μιὰ ἀκμὴ τῶν Δανιηλαίων τῆς μουσικῆς, ποὺ δὲν ξαναγίνεται. Μετὰ τὸ ΄73, κοιμήθηκε ὁ Γέροντας ὁ Γερόντιος καὶ τότε ἀνέλαβα ἐγὼ χοράρχης. Μάλιστα ἀκόμα τώρα ὁ πάτερ Δανιὴλ συνεχίζει καὶ πηγαίνει σὲ μερικά. Ἀντέχει, ἀντέχει… Τί νὰ κάνουμε…»
Από εκείνα λοιπόν τα χρόνια και ύστερα, με τους πατέρες Αθανάσιο και Δανιήλ, ξεκινά ουσιαστικά η ψαλτική πορεία της αδελφότητος που διαμόρφωσε το λεγόμενο «ύφος της ερήμου», το ύφος των Δανιηλαίων, το οποίο διατηρείται μέχρι και σήμερα, ενώ το πρώτο προσκλητήριο γράμμα που σώζεται προέρχεται από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου, η οποία τους προσκάλεσε ως ιεροψάλτες στην πανήγυρη του έτους 1918!
Μας λέγει ο πατήρ Νήφων:
«Λάτρης καὶ ὑπέρμαχος ὁ Γέρων Δανιὴλ (ὁ παπποῦς) τῶν κοινοβιακῶν τυπικῶν, τῆς ἀκολουθίας καὶ τῆς θείας λατρείας, ἀνοικοδομῶντας ναὸ στὴν βραχώδη ἔρημο, ἐπεθύμησε νὰ ἠχεῖ στὰ Κατουνάκια, ἀντὶ ἐρωδιοῦ καὶ στρουθίων, ἡ καλλικέλαδος κινύρα των γλυκοφθόγγων ὑποτακτικῶν του, ἱερομονάχου Ἀθανασίου, ἱερομονάχου Δανιὴλ καὶ μοναχοῦ Γεροντίου, οἱ ὁποῖοι καὶ ἐκαινοτόμησαν, ἔχοντες ἀνὰ χεῖρας στὶς ἀγρυπνίες τῶν Κατουνακίων Μουσικὰ Βιβλία, δημιουργῶντας στὴν ἀρχὴ τὴ δυσανασχέτηση τῶν περιοίκων πατέρων, οἱ ὁποῖοι δυσκολεύονταν ν’ ἀντικαταστήσουν τὴ νήψη μετὰ τῶν μουσικῶν ἀκουσμάτων. Ἦταν γιὰ παράδειγμα «ξένον ἄκουσμα» νὰ ἠχήσει Κοινωνικὸ εἰς τὴν Θεία Λειτουργία τῶν Κατουνακιώτικων ναϊδρίων, ὡς ἀναφέρεται σὲ σχετικὴ ἐπιστολὴ τοῦ Γέροντος Δανιήλ, σὲ σημεῖο ποὺ ἀναγκάστηκαν οἱ ψάλτες πατέρες – διὰ τὴν ἀγάπην τῶν συμμοναστῶν τους – νὰ σιωπήσουν, μονολογῶντας τὴν εὐχὴ μὲ τὸ κομβοσχοίνι. Τελικά, ἡ διάκριση, ἡ ἀρετή, ἡ εὐγένεια, ὁ ζῆλος καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Γέροντος πρὸς τὰ θέσμια τῆς μοναχικῆς παραδόσεως ὅπως αὐτὴ διασώθηκε, καὶ στὰ ψαλτικὰ δρώμενα μέσα ἀπὸ τὸν ἔπαινο τῆς Κυρίας Θεοτόκου, καὶ στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸ Δαμασκηνὸ καὶ στοὺς λοιπούς – ἀλλ’ ἰδίως στοὺς ἁγιορείτας πατέρας, Ἰωάννην τὸν Κουκουζέλην καὶ Γρηγόριον Δομέστικον, ἤλκυσε σὺν τῷ χρόνῳ ἡ πανσθενουργὸς χάρις τὰ ὦτα τῶν ἀκουόντων καὶ ἔτσι ἡ συνοδεία τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος ηὔξησε τὸ δοθὲν τάλαντον τῆς μουσικῆς παιδείας, ἄδοντες καὶ ψάλλοντες τὸν Τρισάγιον ὕμνον, διατηρῶντας ἄσβηστες μνῆμες ψαλτικῆς παράδοσης τοὐλάχιστον ἑκατὸ χρόνων».
Επικράτησε λοιπόν η ψαλτική συν τω χρόνω και στην έρημο των Κατουνακίων, διατηρώντας παρόλα αυτά κάποια από τα παλαιά στοιχεία ακόμα και σήμερα. Για παράδειγμα, υπάρχουν ακόμα μέλη που λέγονται «διαβαστά» στις ακολουθίες, όπως οι κανόνες. Επικράτησε χάρη στους μουσικούς αυτούς και ψάλτες πατέρες, τον Αθανάσιο, τον Δανιήλ τον Β΄ και μετέπειτα διάδοχο του παππού και αργότερα, τον γερο-Γερόντιο. Αν θα μπορούσαμε να πούμε κάτι γι’ αυτούς, θα στηριχθούμε και πάλι στις μαρτυρίες των πατέρων.
Μας λέει ο Γέροντας Γρηγόριος:
«Ὁ παπα-Δανιὴλ ἦταν μελωδικός. Ὁ Γερόντιος ἤτανε βαρύτονος. Ἀφοῦ ἐμεῖς εἴμεθα τέσσερις καὶ συμψάλλαμε, καὶ αὐτὸς μᾶς σκέπαζε. Αὐτὸς μᾶς ἔμαθε τὰ μουσικά».
Και ο γερο-Δανιήλ ο Γ΄, ο τωρινός Γέρων και Πρωτοψάλτης των Δανιηλαίων, θυμάται για τους γεροντάδες του:
«Ἐγὼ πρόλαβα τὸν παπα-Δανιήλ. Δηλαδὴ κανα-δυὸ χρόνια. Τὸ διάδοχο τοῦ παπποῦ. Αὐτὸς πέθανε τὸ 1950. Εἶχε μιὰ ὡραία φωνή. Λεπτή, ἀλλὰ βιολὶ ἦταν ἡ φωνή του. Δὲν εἶχε πολὺ ἔνταση ἀλλὰ ἦταν τεχνίτης, ἐκτελεστῇς. Φαινόταν ὅτι ἦταν ἐπιστήμων ἄνθρωπος στὴ μουσική. Πήγαινε μὲ τὸ γερο-Γερόντιο στὰ πανηγύρια κι ἔψαλλε, ὅπως πᾶμε τώρα ἐμεῖς. Σιωπηλὸς πολύ. Αὐτὸς εἶχε στὴν πράξῃ. Δὲν εἶχε ταλέντο παραδόσεως, ὅπως ὁ γερο- Γερόντιος. Ὁ Γερόντιος εἶχε πολλὴ φωνή, πολὺ βροντερὴ φωνή. Ἦταν μαζὶ μὲ τὸν παπα-Δανιήλ. Ἀπ’ τὴ Σμύρνη ἦταν λίγο… ἦρθαν ἀπὸ κεῖ διαβασμένοι… Ὁ Γερόντιος ἦταν αὐστηρός. Εἶχε τὸ βέτο. Σ’ ἔβαζε στὴ θέση σου. Δὲ σήκωνε πολλὰ πολλά».
Αυτή ήταν λοιπόν η πρώτη φουρνιά, θα λέγαμε, των ψαλτών των Δανιηλαίων. Ταυτόχρονα με αυτούς στη γύρω περιοχή, δηλαδή στα Κατουνάκια, στα Καυσοκαλύβια και στην Αγία Άννα, υπήρχαν και άλλοι πολλοί ψάλτες, που όπως καταλαβαίνουμε από τις περιγραφές ήταν και καλλίφωνοι αλλά και καλοί μουσικοί.
Συνεχίζει ο Γέροντας Γρηγόριος:
«Στὴν Ἁγία Ἄννα ἦταν ὁ παπα-Χρυσόστομος ὁ Μαδυτινός. Ὡραῖος ψάλτης. Ἤτανε ὁ γερο-Ἰωσὴφ ὁ Μυτιληνιός. Βαρὺ πυροβολικὸ τὸν λέγανε. Βέβαια… Ἦταν ἕνας Ὀνούφριος Κρητικός. Βαρβάτοι ψάλται. Τότε εἶχε πολλούς. Ἦταν τὸ Ἅγιο Ὄρος γεμᾶτο τότε. Ὁ Ἰωάσαφ τῶν Ἰωασαφαίων, κι Αὐτοὶ στὶς Καρυὲς εἶχαν δικό τους ὕφος. Ἐμεῖς εἴχαμ’ ἐδῶ πέρα δημιουργήσει ἕνα ὕφος δικό μας. Ἐδῶ, τῶν Δανιηλαίων. Οἱ Θωμᾶδες μετὰ γίνανε. Ἦρθε ἕνας νέος διάκος Ἀνδρέας καὶ αὐτὸς ἔκανε τὴ μουσικὴ στοὺς Θωμᾶδες. O Κυπριανὸς ἦταν μετά».
Κι ο γερο-Δανιήλ μας λέγει περίπου τα ίδια:
«Στὴν Ἁγία Ἄννα ὑπήρχανε ἕνας Ἰωσήφ, ἕνας Χρυσόστομος, ἕνας διακο-Θεόφιλος. Αὐτοὶ ἦταν ποὺ ἀναλάμβαναν καὶ πανηγύρια. Οἱ σκῆτες αὐτὲς ἦταν ποὺ βοηθοῦσαν».
Οι Δανιηλαίοι μελοποιοί
Φυσικό είναι λοιπόν με τόσους ψάλτες και μουσικούς να υπάρξει και η ανάλογη άνθηση της μουσικής. Είναι η εποχή που ακόμα οι μελοποιοί συνέθεταν στο χαρτί και στα τετράδια και σε όλες τις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους σώζονται χειρόγραφα με μουσικές συνθέσεις. Από απόψεως μελοποιητικής θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο 20ός αιώνας στο Άγιον Όρος είναι αρκετά πλούσιος και μάλιστα υπάρχει και μεγάλη ποικιλία στα μαθήματα που επιλέγουν οι συνθέτες, από δοξαστικά και ιδιόμελα μέχρι χερουβικά, λειτουργικά, «ἄξιόν ἐστιν», καλοφωνικούς ειρμούς, κτλ. Οι Δανιηλαίοι είχαν την ευτυχία να έχουν στο μοναχολόγιό τους δύο πολύ μεγάλους μουσικούς, τον π. Αθανάσιο και τον παπα-Δανιήλ τον Β΄, οι οποίοι άφησαν ως παρακαταθήκη αρκετά μουσικά χειρόγραφα, άλλα με αντιγραφές και άλλα με δικές τους συνθέσεις. Επηρεασμένοι σαφώς από τη «Σχολή» και τους δασκάλους της Σμύρνης, συνθέτουν περίτεχνα και αρκετά δύσκολα μέλη, κάποια από τα οποία ψάλλονται μέχρι και σήμερα. Ειδικά δε ο παπα-Δανιήλ, διακρίνεται για τις πολύ μελωδικές συνθέσεις του, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως μια μίξη κλασικών και νεωτεριστικών θέσεων, με πολύ έντονο και το προσωπικό στοιχείο.
Γέρων Θωμάς Θωμάδων
Υπήρχαν τόσοι πολλοί ψάλτες λοιπόν, που πολλές φορές γίνονταν και παρεξηγήσεις αφού οι τυπικάρηδες[3] δεν κατάφερναν να τους ικανοποιήσουν όλους!
Στο σημείο αυτό θα ακούσουμε τον παπα-Θωμά, προηγούμενο Γέροντα των Θωμάδων[4] να μας διηγείται ένα-δυο σχετικά περιστατικά!
Και μιας και ακούσαμε τον αείμνηστο πλέον και πολύ αγαπητό μας παπα-Θωμά, δεν θα μπορούσαμε να μην πούμε δυο λόγια και για αυτόν. Από τους τελευταίους των μεγάλων ψαλτών του Αγίου Όρους, ο παπα-Θωμάς διετέλεσε Γέροντας της Ιεράς Αδελφότητος των Θωμάδων, που εγκαταβιώνουν στη Μικρά Αγία Άννα, πέντε λεπτά μόλις μακριά από τους γείτονες Δανιηλαίους. Από μικρό παιδί πήγε στο Άγιον Όρος έπειτα από θαυματουργική εμφάνιση της Παναγίας στον ύπνο του, η οποία του έδειξε τον Παράδεισο και του είπε ότι εάν θέλει να τον κερδίσει θα πρέπει να γίνει μοναχός! Εκεί έμαθε τα μουσικά από τους πατέρες της αδελφότητας αλλά και από τον γέροντα Δοσίθεο τον αόμματο, γνωστό μουσικοδιδάσκαλο της εποχής. Μαζί με τον αείμνηστο Γέροντα Κυπριανό[5] –γνωστό επίσης για την καλλιφωνία του- τελειοποιήθηκαν και ανδρώθηκαν ψαλτικά, λαμπρύνοντας με την παρουσία τους τις αγιορείτικες πανηγύρεις, ψάλλοντας συνήθως στα αριστερά των Δανιηλαίων. Ο παπα-Θωμάς ήταν από τους καλύτερους μουσικούς της εποχής του, άριστος ερμηνευτής, τεχνίτης, μερακλής και πολύ καλός χοράρχης. Ως άνθρωπος ήταν ταπεινός και απλός, με καρδιά μικρού παιδιού. Αγαπούσε πολύ τους νέους, και ειδικά όσους ασχολούνταν με την ψαλτική. Μιλώντας από προσωπική εμπειρία, όλα αυτά τα χρόνια που γνωριζόμαστε ποτέ δεν μας αρνήθηκε τίποτα. Πάντοτε, ακόμα και μετά από πολύωρες αγρυπνίες –γιατί συνήθως εκεί τον συναντούσαμε- πάντοτε, μας απαντούσε στην κάθε λεπτομέρεια με όρεξη και μεράκι, βάζοντας στην άκρη την κούραση και τον κόπο της αγρυπνίας.
Ας ακούσουμε και κάτι[6] λοιπόν από τον παπα-Θωμά και τον γέροντα Κυπριανό «εἰς μνημόσυνον αἰώνιον».
Επιστρέφοντας στους Δανιηλαίους και στην τελευταία γενιά ψαλτών έχουμε τους μαθητές του γερο-Γερόντιου, οι οποίοι επί εξήντα έτη υπηρέτησαν τις ιερές πανηγύρεις του Αγίου Όρους, λαμπρύνοντας με την παρουσία τους τα ιερά αναλόγια, άξιοι διάδοχοι και συνεχιστές των γεροντάδων τους.
Πρόκειται για τον ηδύφωνο Γρηγόριο ιερομόναχο, κατά κόσμον Γεώργιο Αβραμίδη, τον καλλιφωνότατο Δανιήλ μοναχό, κατά κόσμον Βασίλειο Γρανδίκη, τον σπανίου ταλάντου φωνής Ακάκιο μοναχό, κατά κόσμον Άγγελο Ψαλτούδη και τον αείμνηστο πατέρα Στέφανο[7] μοναχό, κατά κόσμον Πασχάλη Αβραμίδη, τον άριστο αυτό τεχνίτη και κατανυκτικό ψάλτη. Και οι τέσσερις πατέρες κατάγονταν από το Παλαιοχώρι της ψαλτομάνας Καβάλας, η οποία παρεμπιπτόντως έχει βγάλει πολλούς και μεγάλους ψάλτες όλα αυτά τα χρόνια, και ήρθαν στο κελί τη δεκαετία του 1950.
Ακούμε πάλι από τον γερο-Δανιήλ:
«Ἔξω εἴχαμε μάθει μὲ τὸν Ἀκάκιο, λίγα πράγματα. Μὲ τὸν Βενέτη στὴν Καβάλα. Ἐδῶ μάθαμε μὲ τὸ γερο-Γερόντιο. (Σημείωση: τὸν ρωτάω ἐγώ: -Τὸ ζητήσατε νὰ μάθετε; -[γελάει…] -Ἤθελες δὲν ἤθελες μάθαινες! Κάναμε συχνὰ μαθήματα. Στὸ δωμάτιό του. Μπροστά, μᾶς το παρέδιδε παραλλαγὴ αὐτός, μετὰ τὸ βλέπαμε, τὸ ἀκούαμε καὶ μετὰ τὸ λέγαμε. Καὶ μᾶς διόρθωνε. Μέχρι ποὺ τὸ λέγαμε καλά. Καὶ μᾶς ἔλεγε: -Νὰ ξέρετε, ὁ κανονισμὸς τῆς μουσικῆς εἶναι σαράντα φορὲς παραλλαγὴ καὶ μία μέλος. Κάναμε ἐγώ, ὁ Ἀκάκιος κι ὁ παπα- Γρηγόρης. Ὁ Στέφανος ἦταν μωρό. Μᾶς ἔβαζε κάτω καὶ μᾶς παρέδιδε….».
Λέγει ο Γέροντας Γρηγόριος συγκινημένος για τον κατά σάρκα αδελφό του Στέφανο:
«Ὁ πατὴρ Στέφανος ὁ δικός μας, ἦταν ὡραῖος ψάλτης, καλλίφωνος. Ὅ,τι ἔψαλλε τὸ ἔψαλλε πολὺ προσεκτικὰ καὶ πολὺ καλά. Χαιρόσουνε νὰ τὸν ἀκοῦς».
Κι ο γερο-Δανιήλ συμπληρώνει:
«Ἄχ, ὁ πατὴρ Στέφανος μᾶς ἄφησε… Ξέρεις τί ὡραία,ὡραῖα ἦταν; τὸν εἶχα δίπλα μου… Εἶχε μιὰ ἄνεση φωνῆς. Ἦταν πολὺ ἔξυπνος καὶ τ’ ἅρπαζε. Ἡ φωνή του ἦταν λίγο διαφορετικὴ ἀλλὰ ἕνωνε! Μεταξύ μας χώνευε! Ἐμᾶς ὅλων οἱ φωνὲς μεταξύ μας χώνευαν».
Και στο σημείο αυτό θα ήθελα να ακούσουμε μία πολύ ωραία και ιστορική ηχογράφηση, από το αρχείο της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, το έτος 1961, όπου οι πατέρες ψάλλουν στίχους από την πρώτη στάση των Τυπικών, σε ήχο πλάγιο του τετάρτου.
Οι πατέρες είχαν σε μεγάλη εκτίμηση και τους υπόλοιπους ψάλτες του Αγίου Όρους και εκφράστηκαν πολλάκις εγκωμιαστικά για τους Καρεώτες αλλά και τους Θωμάδες. Αξίζει να ακούσουμε και τη γνώμη τους για το διακο-Διονύση το Φιρφιρή τον οποίο και σέβονταν, παρότι είχε διαφορετικό ύφος.
Λέγει ο Γέροντας Γρηγόριος:
«Ὁ Φιρφιρὴς ἦταν ψάλτης. Μὲ μιὰ λέξη… Ἀμίμητος. Καλλίφωνος. Μουσικός. Ἀλλὰ πολὺ καλλίφωνος. Ψάλλαμε χρόνια μαζὶ στὰ πανηγύρια».
Και ο γερο-Δανιήλ επίσης:
«Ὁ διακο-Διονύσης ἦταν ψάλτης φοβερός. Ἐκτελεστής. Ψάλλαμε μαζί. Μιὰ φορὰ πήγαμε στὸ Δοχειαρίου. Τοῦ λέει ἕνας μουσικὸς λοιπόν, «θὰ πεῖς ἕνα Ἄξιον ἐστίν». Τό’ πὲ αὐτός… καὶ τοῦ λέει μετά… «Αὐτό, δὲ γράφεται μὲ νότες…»…. Ἄλλη φορά, στὴ χιλιετηρίδα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ψάλλαμε ὡραῖα. Ἀλλὰ εἴχαμε καὶ τὸ διακο-Διονύση. Τὸν βάλαμε στὴ μέση καὶ κάναμε μιὰ ὡραία χορωδία. Εἶχε λίγο διαφορετικὸ ὕφος. Τὸ καρεώτικο. Ἀλλὰ ἐμεῖς τὸ σκεπάζαμε αὐτό».
Ακούσαμε λοιπόν τους ίδιους να μας διηγούνται πώς έμαθαν τα μουσικά και πως έψαλλαν για εξήντα και πλέον έτη στις πανηγύρεις του Αγίου Όρους. Αυτό που δεν μας είπαν -και το λέμε τώρα εμείς- είναι ότι με το ψάλσιμό τους ανέπαυσαν, δίδαξαν και βοήθησαν όλους εμάς τους νεοτέρους ιεροψάλτες αλλά και τον πιστό λαό που ευτύχησε να τους απολαύσει εν ώρα ακολουθίας. Δίδαξαν και διδάσκουν ύφος και ήθος:
«Κανείς, πρέπει νὰ ψάλλει γιὰ νὰ τὸν ἀκούσει ὁ Θεὸς ὄχι οἱ ἄνθρωποι», λέγει ὁ γερο-Δανιήλ. «Ἐμεῖς οἱ Ἁγιορεῖτες πρέπει νὰ δείχνουμε ἦθος, ὄχι μόνον ὕφος. Ἐμεῖς πάντοτε σὰν χορωδία τὰ πρῶτα τὰ λέμε μόνοι μας. Πάντοτε ψάλλαμε μαζί. Δὲ χωρίζαμε. Ψάλλαμε ὅλοι μαζί, μὲ μιὰ φωνή, χορωδιακά. Μόνο ποὺ τ’ ἀκοῦς, καταλαβαίνεις. Τὸ δικό μας τὸ ὕφος ἔχει κάτι τὸ ἰδιαίτερο στὸ Ἅγιον Ὄρος. Αὐτὸ παραλάβαμε καὶ κρατήσαμε ἐμεῖς. Ὕφος καὶ ἦθος. Καὶ σεὶς νὰ παίρνετε τὸ ὕφος καὶ τὸ ἦθος τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὅπου πᾶς,πᾷς, πῶς θὰ σταθεῖς, πῶς θὰ πάρεις τὰ ἴσα, πῶς ἐκεῖνο, πῶς αὐτό, ὄχι ἀπότομα πράγματα… To Χερουβικό… Ἀρχίζει σιγὰ σιγά… Πρέπει τὸ Χερουβικὸ νὰ τὸ ψάλλεις μὲ τὸ ἦθος του. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ νὰ πάει τὸ μυαλό σου, τί λές, ποῦ βρίσκεσαι, ποῦ ἀποτείνεσαι. Μοῦ ἔλεγε ὁ παπα-Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης “ὅ,τι λέει ὁ χερουβικὸς ὕμνος, αὐτὰ ἀκριβῶς γίνονται”. Τὰ εἶχε δεῖ αὐτός…».
Αυτό είναι το πνεύμα των πατέρων και το καταθέτω μετά λόγου γνώσεως, επειδή είχα την ευλογία να τους γνωρίσω και να τους ζήσω. Πρώτα τα πνευματικά και μετά τα μουσικά. Ποτέ δεν είδαν τη μουσική εμπορικά. Μόνο ως διακόνημα. Και δεν είναι τυχαίο ότι το ύφος αυτό, που πηγάζει και εκπορεύεται και από το ήθος τους, διαδόθηκε τόσο πολύ στο Άγιον Όρος. Όλοι εμείς οι νεότεροι τους έχουμε ως πρότυπα αλλά και πολλές από τις ιερές μονές και τις ιερές αδελφότητες προσπαθούν κατά το δυνατόν να αντιγράψουν και να ακολουθήσουν αυτό το ύφος, το οποίο πλέον στη συνείδηση όσων γνωρίζουν έχει ταυτιστεί με αυτό που κοινώς λέμε «αγιορείτικο ύφος».
Ας κλείσουμε όμως με τους ωραίους και ποιητικούς λόγους του πατρός Νήφωνος:
«Ἄς εἶναι αὐτό τό πνευματικό ταξίδι στόν προαπελθόντα χρόνο καί στά ἐρημικά Κατουνάκια, στήν ἀκρώρια αὐτή τῆς Ἀθωνικῆς Χερσονήσου, μία ἀφορμὴ καὶ αἰτία γιὰ νὰ γευθοῦμε κι ἐμεῖς τὸ γλυκὸ μέλι ποὺ παράγουν σὰν ἄλλες μέλισσες στὴν κυρήθρα τοῦ οὐρανοῦ, ὅλες αὐτὲς οἱ ἀφιερωμένες στὴν Παναγία τὴν Ἀθωνίτισσα Δανιηλέϊκες μορφές, ποὺ κόσμησαν ΚΑΙ μὲ τὸ μοναχικό τους ἦθος ΚΑΙ μὲ τὸ ψαλτικό τους ὕφος, σὰν ἄσβεστοι Ἁγιορείτικοι Πολυέλεοι τὸ Ἀγιώνυμο Ὄρος, ἀπὸ τὸν κτήτορά τους μέχρι καὶ τοὺς σημερινοὺς «ἄχρονους» γεροντάδες, ποὺ θαρρεῖς καὶ ἀποκολλοῦνται μὲ τίς σεβάσμιες μορφές τους ἀπὸ τίς καπνισμένες τοιχογραφίες τῶν ὑπερχιλιετῶν Καθολικῶν τῶν ἐξαγιασμένων Μονῶν, καὶ στέκονται εὐλαβικά, σὰν ἁγνὰ μελισσοκέρια, στὰ ἀναλόγια τῶν ἱστορικῶν Μονῶν, ἄδοντες καὶ ψάλλοντες τῷ Κυρίῳ, μὲ μιὰ σεμνότητα ποὺ καθηλώνει, καὶ μιὰ εὐλάβεια ποὺ συναρπάζει».
Και με τα λόγια του γερο-Δανιήλ:
«Περάσαμε ἡμέρες ἀνεπανάληπτες. Δόξα τῷ Θεῷ. Μόνο νὰ μὴν πέρασαν ἄκαρπες λέω… Αὐτὰ ποὺ ζήσαμε καὶ δώσαμε καὶ βιώσαμε λέω, θὰ πάρουμε κανὰ καρπό; Εἶδες στὴ Λαύρα, ὁ Κουκουζέλης καὶ ὁ Γρηγόριος ὁ Δομέστικος ἔλαβαν φλουρὶ ἀπὸ τὴν Παναγία. Μὲ τὴν ψυχή τους ἔψαλλαν αὐτοί. Γιὰ νὰ δοῦμε…».
Βιβλιογραφία
Ιστορική Επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής από των αποστολικών χρόνων μέχρι των καθ’ημάς (1900), Γεωργίου Παπαδόπουλου, Αθήνα 1890.
Γέρων Δανιήλ Κατουνακιώτης, ο σοφός και διακριτικός αγιορείτης Γέροντας, ιερομονάχου Γρηγορίου Δανιηλίδου, περιοδικό Πεμπτουσία (Πολιτισμός – Επιστήμες – Θρησκεία), εκδ. «Κέντρον Ελληνικού και Ορθοδόξου Πολιτισμού», τεύχος 13, Δεκέμβριος 2003 – Μάρτιος 2004.
Ιδιόχειρη ανέκδοτη επιστολή Νήφωνος ιερομονάχου Δανιηλίδου στον Κωνσταντίνο Μπουσδέκη, Ιερά Αδελφότης Δανιηλαίων, Κατουνάκια Αγίου Όρους, 2016.
Συνέντευξη του Γέροντος Θωμά στους Κωνσταντίνο Μπουσδέκη και Κωνσταντίνο Φωτόπουλο, Κάλαμος Αττικής, 2008.
Συνέντευξη του Γέροντος Γρηγορίου στον Κωνσταντίνο Μπουσδέκη, Ιερά Αδελφότης Δανιηλαίων, Κατουνάκια Αγίου Όρους, 2016.
Συνεντεύξεις του Γέροντος Δανιήλ στον Κωνσταντίνο Μπουσδέκη, Ιερά Αδελφότης Δανιηλαίων, Κατουνάκια Αγίου Όρους.
Μπορείτε να ακούσετε ηχογραφήσεις των Δανιηλαίων πατώντας εδώ.
[1] Από το 2020 είναι και επισήμως Άγιος της Εκκλησίας μας.
[2] Ο Γέρων Γρηγόριος κοιμήθηκε το έτος 2016. Νυν Γέρων της Αδελφότητος είναι ο Γέρων Δανιήλ ο Γ΄, ο γνωστός σε όλους Πρωτοψάλτης του Αγίου Όρους.
[3] Ο Τυπικάρης είναι υπεύθυνος και να ορίσει ποιος θα ψάλει και πότε σε μία αγιορείτικη αγρυπνία.
[4] Ο Γέρων Θωμάς κοιμήθηκε το έτος 2016.
[5] Ο Γέρων Κυπριανός ήταν ο αμέσως προηγούμενος από τον παπα-Θωμά Γέροντας της Αδελφότητας των Θωμάδων και κοιμήθηκε το έτος 2007.
[6] Ερασιτεχνική ηχογράφηση εν πλω, στο καραβάκι του Αγίου Όρους.
[7] Ο π. Στέφανος κοιμήθηκε το έτος 2015.